ΤΟ ΙΣΤΟΡΙΚΟ ΤΟΥ ΜΟΥΣΕΙΟΥ
Το Μουσείο Αγίου Νικολάου είναι το πρώτο χρονικά και πληρέστερο Αρχαιολογικό Μουσείο του Νομού Λασιθίου. Συγκεντρώνει σημαντικά και μοναδικά αρχαιολογικά ευρήματα, αντιπροσωπευτικά όλων των περιοχών αρμοδιότητας της ΕΦ.Α.ΛΑΣ. Η συλλογή του αποτελείται από αντικείμενα προερχόμενα κυρίως από ανασκαφικές έρευνες των τελευταίων 70 περίπου χρόνων σε αρχαίους οικισμούς, τάφους, ιερά κλπ. στο νομό Λασιθίου. Περισυλλογές αρχαίων, παραδόσεις και δωρεές ιδιωτών και φορέων και κατασχέσεις αρχαίων από χέρια ιδιωτών συμπληρώνουν το περιεχόμενό του. Τα ευρήματα της συλλογής του υπερβαίνουν σε αριθμό τις 30.000 και χρονολογούνται από την Τελική Νεολιθική ως και την Οθωμανική περίοδο.
Η Συλλογή του Μουσείου Αγίου Νικολάου φαίνεται ότι δημιουργήθηκε μετά το τέλος του Β΄ Παγκοσμίου Πολέμου και έτσι δεν είχε απώλειες κατά τη διάρκειά του. Συγκροτήθηκε ουσιαστικά από τα ευρήματα των ανασκαφών της ΕΦ.Α.ΛΑΣ. και των ξένων Αρχαιολογικών Σχολών στην Ανατολική Κρήτη από τη δεκαετία του ’60 και εξής. Έως τότε τα σημαντικά ευρήματα της περιοχής μεταφέρονταν στο κεντρικό μουσείο της Κρήτης, το Αρχαιολογικό Μουσείο Ηρακλείου, ενώ οι δευτερεύουσας σημασίας αρχαιότητες παρέμεναν στις αρχαιολογικές συλλογές της περιοχής (Νεάπολης, Ιεράπετρας, Σητείας).
Η ίδρυση μουσείου στον Άγιο Νικόλαο αποφασίστηκε το 1961 και η αρχιτεκτονική μελέτη εκπονήθηκε από τον αρχιτέκτονα Πάτροκλο Καραντινό (1903-1976). Το κτίριο, με συνολικό εμβαδόν 450τμ. περίπου, αποτελούμενο από οκτώ αίθουσες οργανωμένες γύρω από αίθριο, ήταν τυπικό δείγμα της αρχιτεκτονικής των μουσείων της δεκαετίας του 1960. Η ανέγερσή του ξεκίνησε το 1963 και ολοκληρώθηκε το 1968. Το 1969 διαμορφώθηκε η πρώτη έκθεση και το μουσείο Αγίου Νικολάου άνοιξε τις πύλες του για το κοινό ως μικρό επαρχιακό μουσείο υπαγόμενο στην Εφορεία Ηρακλείου.
Το 1973 με τη δημιουργία ανεξάρτητης Εφορείας Αρχαιοτήτων – της (πρώην) ΚΔ΄ ΕΠΚΑ – το Μουσείο Αγίου Νικολάου έγινε το κεντρικό μουσείο της Εφορείας και η έδρα της, χωρίς όμως να διαθέτει την απαιτούμενη κτιριακή υποδομή. Η έλλειψη πολλών εκθεσιακών και αποθηκευτικών χώρων που πολύ γρήγορα ξεπέρασε τις δυνατότητες φύλαξης και έκθεσης των αρχαίων και οι αδυναμίες που διαπιστώνονταν καθημερινά στη λειτουργικότητά του, ήταν οι λόγοι που οδήγησαν την αρμόδια πρώην ΚΔ’ Εφορεία Προϊστορικών και Κλασικών Αρχαιοτήτων να καταβάλει πολύχρονο αγώνα για να εξασφαλίσει την επέκταση και αναβάθμιση του υφιστάμενου κτιρίου με τη δημιουργία σύγχρονων υποδομών και λειτουργιών. Παράλληλα, για τη δημιουργία μιας νέας μόνιμης έκθεσης που θα είχε τη δυνατότητα να αναδείξει τα πολυάριθμα ευρήματα των παλαιών και νέων ανασκαφών, αλλά και να παρουσιάσει την ιστορία και τη φυσιογνωμία της Ανατολικής Κρήτης μέσα από μια ευδιάκριτη κεντρική θεματική ιδέα και μια σαφή αφηγηματική πορεία. Στόχος ακόμη της Εφορείας ήταν η καλύτερη εξυπηρέτηση των επισκεπτών και των πολιτών, η αύξηση της επισκεψιμότητας του μουσείου, αλλά και η βελτίωση των συνθηκών εργασίας του προσωπικού.
Η κατασκευή των προθηκών, η συντήρηση του συνόλου των αντικείμενων της επανέκθεσης, η τοποθέτηση και η στήριξή τους, η ολοκλήρωση της σύνταξης, της εκτύπωσης και της γραφιστικής επιμέλειας του εποπτικού υλικού καθώς και η δημιουργία των ψηφιακών εφαρμογών του μουσείου καλύφθηκαν από το ΕΣΠΑ 2014-2020.